Κυριακή πρωί. Η πρώτη του Ιουλίου.
Θεσσαλονίκη, κέντρο.
Μπαλκονάδα, κουπάτος ελληνικός και θερμός με παγωμένο νερό.
Στα ηχεία Beirut και Sunday Smile,
ο προσωσικός μου ύμνος για κάθε Κυριακή.
Οι Beirut
έχουν τον μοναδικό τρόπο να με κάνουν να αισθάνομαι ακόμα και στις πιο μαύρες
μου στιγμές, μια απύθμενη αισιοδοξία.
Κοιτάω παλιές φωτογραφίες. Τι έκανα πέρυσι, πρόπερυσι, πριν 3,
5 χρόνια τέτοιες μέρες;
Μελαγχολία, χαρά, αυτά είναι τα συναισθήματα κοιτώντας
φωτογραφίες και ανακαλώντας στιγμές.
Χαρμολύπη; Ίσως.
Χαρά, γιατί παιδιά, ο χρόνος κύλησε και μαζί με αυτόν κυλάμε
κι εμείς.
Και κύλησε όμορφα και άσχημα και έντονα, και ήσυχα.
Και αυτό ίσως να είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της ροής
των πραγμάτων.
Κι αν κάτι έχω καταλάβει αυτά τα χρόνια είναι πως η ομορφιά
έγκειται στην αντίφαση.
Μελαγχολία, γιατί άνθρωποι έφυγαν, άλλοι έμειναν πίσω, άλλοι
πήγαν μπροστά.
Στιγμές που πέρασαν, αλλά δεν σβήστηκαν ποτέ.
Σχέσεις που κράτησαν, άλλες που στιγμάτισαν κι έφυγαν, άλλες
που δεν ήταν παρά να κρατήσουν σαν χαρακιές από κλειδιά, άλλες που ήρθαν για να
μείνουν κι άλλες τόσες που ακόμα δεν έχουν συναφθεί.
Ανακαλώ χαμόγελα και κλάματα.
Και κάπου εκεί στην μέση, επισημαίνω την ομορφιά της παρατήρησης
της μεταβολής των ανθρώπων.
Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
Θυμάμαι ένας αγαπημένος μου άνθρωπος, μου επεσήμανε πως
είμαστε πολύ διαφορετικοί άνθρωποι, μετά από τόσο καιρό που είχαμε να
μιλήσουμε.
Προσπαθούσα να καταλάβω τι διαφορετικό έβλεπε…
Μετά από κάμποση αυτοπαρατήρηση και συζήτηση, κατάλαβα
ολότελα τι είπε.
Και ισχύει.
Και μου άρεσε πολύ αυτή η διαπίστωση.
Επιβεβαιώνεται η ομορφιά στην μεταβολή του χρόνου πάνω μας.
Όμως πώς γίνεται όλα να αλλάζουν κι όλα να μένουν ίδια;
Ανακαλώ επίσης αποσπάσματα από συνομιλίες με αγαπημένους μου
σημαντικούς άλλους.
Καλοκαιρινές συζητήσεις σε παραλίες, μπαλκόνια, λεωφορεία
και πλοία.
Σε πανηγύρια, καφενεία, και απομονωμένα μέρη.
Συζητήσεις απελευθερωτικές.
Αποφάσεις που πάρθηκαν εν μία νυκτί, κι άλλες που συζητάμε
για μέρες, βδομάδες, μήνες κι ακόμα ταλανίζουν.
Στερεότυπα που προσπαθούμε να αποκρυσταλλώσουμε μέσα από
συζητήσεις.
Και τον πόνο που προσπαθούμε να μοιράσουμε.
Τις εκπλήξεις.
Τον έρωτα που ζήσαμε και ζούμε.
Τον έρωτα που παρατηρούμε έξω από μας.
Την ομορφιά αυτού και τον πόνο. Την αντίφαση.
Την νοσταλγία του παρόντος.
Με αυτά και με εκείνα τελείωσε ο κουπάτος.
Και το νερό σιγά σιγά ζεσταίνεται.
Η ζέστη στο μπαλκόνι πια δεν παλεύεται, οπότε πάω να άραξω
μέσα στην δροσιά μιας που δεν είμαι θάλασσα.
Και ποιος ξέρει πού θα μας βρει το βράδυ;
Το χρώμα του καλοκαιρού μέχρι στιγμής είναι τιρκουάζ.
Καλοκαίρι παίδες μου, είναι εκεί που ο εαυτός σας είναι
άνετος και φωτεινός.
Εκεί που είναι ανοιχτός στο να βρίσκει λύση στο πρόβλημα,
προκειμένου να περάσει καλά με ό, τι έχει.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου